Η ματιά στο παρελθόν δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να είναι αδιαμεσολάβητη, είτε είσαι ιστορικός είτε καλλιτέχνης, ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι ένα γεγονός έχει να κάνει τόσο με τον προσωπικό σου τρόπο αντίληψης της πραγματικότητας όσο και με τις διαθέσιμες πηγές πληροφοριών: ντοκουμέντα, προφορικές διηγήσεις, φωτογραφίες, δημόσια έγγραφα, δημοσιογραφικές περιγραφές, ημερολόγια, μνημεία και μάρτυρες. Η ιστορία της Σερίφου πριν από 100 χρόνια δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή, παρά το γεγονός ότι θα αποτελούσε πρώτης τάξεως υλικό για δραματικό χολιγουντιανό σενάριο που θα ξεκινούσε με την φράση «Βased on a true story».
Στη Σέριφο, λοιπόν, του 1916, καταμεσής του Εθνικού Διχασμού, χιλιάδες άντρες, ντόπιοι και μετανάστες μέτοικοι, δούλευαν από το ξημέρωμα μέχρι τα μεσάνυχτα μέσα στις αρχαίες μεταλλευτικές στοές του νησιού εξάγοντας με αξίνες, φτυάρια και βαγονέτα τον σεριφιώτικο σίδηρο που αποτέλεσε το υλικό κατασκευής για τις σφαίρες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μεταλλωρύχοι, που ξυπνούσαν αχάραγα και έπαιρναν τα βουνίσια μονοπάτια για να φτάσουν στα ορυχεία, στα οποία εισχωρούσαν την ώρα που ο ήλιος ανέτελλε και έβγαιναν από αυτά μετά το δειλινό, από σκοτάδι σε σκοτάδι για μια ολόκληρη ζωή, γεμάτη ατυχήματα και βουβούς θανάτους, χρόνιες παθήσεις και λίγο ψωμί. Μέχρι που το αίτημα για το οκτάωρο και τις καλύτερες εργασιακές συνθήκες έφτασε και σε αυτές τις στοές: πολιτικοποιημένοι ακτιβιστές έφτασαν στο σιδηρονήσι και οργάνωσαν τους μεταλλωρύχους σε σωματείο, ξεκίνησαν, για πρώτη φορά στη ζωή τους, απεργία και ζήτησαν από τον εργοδότη-φεουδάρχη τους λίγο καλύτερη ζωή· αλλά εκείνος έστειλε ένστολους ενόπλους να τους επαναφέρουν στην τάξη ώστε να μη σταματήσει η παραγωγή. Ο αξιωματικός μέτρησε μέχρι το 3 και, προκειμένου να φοβίσει το πλήθος των απεργών που έκλεινε το πέρασμα των βαγονέτων προς τη γέφυρα εκφόρτωσης, έβγαλε το υπηρεσιακό του περίστροφο από τη θήκη και πυροβόλησε στο ψαχνό έναν νεαρό άντρα, μόλις 20 ετών, νιόπαντρο, ονόματι Θεμιστοκλή. Μπροστά στην εν ψυχρώ εκτέλεση το πλήθος πάγωσε, ενώ οι ένστολοι άνοιξαν πυρ ομαδόν σκοτώνοντας άλλους 3 απεργούς. Και τότε αυτές που όρμηξαν καταπάνω στους εκτελεστές ήταν οι γυναίκες και οι μητέρες που είδαν τους άντρες τους και τα αγόρια τους να σωριάζονται αιμόφυρτα. Άρχισαν να πετούν τον ίδιο τον σίδηρο πάνω στους τυφεκιοφόρους σκοτώνοντας και τραυματίζοντας πολλούς από αυτούς, πετώντας τους στη θάλασσα με μάτια θολά από πόνο και μίσος. Κάποιες από αυτές ήταν έγκυες και γέννησαν αργότερα μέσα στη φυλακή. Τη γενικευμένη σφαγή σταμάτησε έγκαιρα ένας παπάς, ο οποίος, κυριολεκτικά με τον σταυρό στο χέρι, στάθηκε ανάμεσα στις δύο πλευρές και σταμάτησε την πλήρη αιματοχυσία. Το πλήθος των μεταλλωρύχων κατέλαβε οπλισμό και κτίρια και, ανεμίζοντας γαλλικές σημαίες, ζήτησε την ένωση του νησιού με την Γαλλία, ο στόλος της οποίας βρισκόταν αγκυροβολημένος εκεί κοντά, προκειμένου να τους προστατέψει από τη μήνη των Αρχών. Ο Γάλλος ναύαρχος φρόντισε να εξομαλύνει την κατάσταση και, παρά το γεγονός ότι πολλοί απεργοί φυλακίστηκαν, η κατάσταση ηρέμησε και τα αιτήματα των μεταλλωρύχων έγιναν εντέλει αποδεκτά, το δικαίωμα στο οκτάωρο κερδήθηκε, η θυσία δεν πήγε χαμένη.
Έναν αιώνα αργότερα, τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών αυτής της ιστορίας μάς κοιτούν κατάματα μέσα από τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες που διασώζουν το ύφος μιας εποχής. Οι άνθρωποι τότε δεν χαμογελούσαν μπροστά στον φωτογραφικό φακό, στέκονταν όρθιοι, οι περισσότεροι σε στάση προσοχής, δεν χάζευαν δεξιά και αριστερά, αλλά κοιτούσαν ίσια μπροστά με ένα βλέμμα σκυθρωπής σοβαρότητας, με μία πόζα βαριά, σχεδόν σαν καθήκον. Μόνη εξαίρεση, μόνη παραφωνία στο φωτογραφικό κάδρο, εκείνος ο μεταλλωρύχος που στηρίζεται χαλαρά στους ώμους των συναδέλφων του και χαμογελά πλατιά με μάτια που λάμπουν. Είναι ο τρελός του χωριού, που αντιμετωπίζει τον κόσμο αυτό σαν παιδί.
[ Αφορμή για το κείμενο αυτό στάθηκε η καλλιτεχνική έκθεση “Σέριφος 1916-2016: Αιώνιες Στοές” που διήρκεσε από τις 30 Ιουλίου έως τις 31 Αυγούστου 2016 για την επέτειο των 100 ετών από την απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου και έλαβε μέρος στον Δημοτικό Ξενώνα Σερίφου. Συμμετείχαν οι καλλιτέχνες: Αναστασία Μικρού, Ζαχαρίας Πολυχρονάκης, Διονύσης Πρωτόγερος, Γιάννης Σελιμιώτης, Paul Grivas, Γιώργος Βαβάτσης, Νατάσσα Καλογεροπούλου, Βασιλική Κυριακή ].
Πηγή:
- Στοές
http://amagi.gr/content/stoes
Στη Σέριφο, λοιπόν, του 1916, καταμεσής του Εθνικού Διχασμού, χιλιάδες άντρες, ντόπιοι και μετανάστες μέτοικοι, δούλευαν από το ξημέρωμα μέχρι τα μεσάνυχτα μέσα στις αρχαίες μεταλλευτικές στοές του νησιού εξάγοντας με αξίνες, φτυάρια και βαγονέτα τον σεριφιώτικο σίδηρο που αποτέλεσε το υλικό κατασκευής για τις σφαίρες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μεταλλωρύχοι, που ξυπνούσαν αχάραγα και έπαιρναν τα βουνίσια μονοπάτια για να φτάσουν στα ορυχεία, στα οποία εισχωρούσαν την ώρα που ο ήλιος ανέτελλε και έβγαιναν από αυτά μετά το δειλινό, από σκοτάδι σε σκοτάδι για μια ολόκληρη ζωή, γεμάτη ατυχήματα και βουβούς θανάτους, χρόνιες παθήσεις και λίγο ψωμί. Μέχρι που το αίτημα για το οκτάωρο και τις καλύτερες εργασιακές συνθήκες έφτασε και σε αυτές τις στοές: πολιτικοποιημένοι ακτιβιστές έφτασαν στο σιδηρονήσι και οργάνωσαν τους μεταλλωρύχους σε σωματείο, ξεκίνησαν, για πρώτη φορά στη ζωή τους, απεργία και ζήτησαν από τον εργοδότη-φεουδάρχη τους λίγο καλύτερη ζωή· αλλά εκείνος έστειλε ένστολους ενόπλους να τους επαναφέρουν στην τάξη ώστε να μη σταματήσει η παραγωγή. Ο αξιωματικός μέτρησε μέχρι το 3 και, προκειμένου να φοβίσει το πλήθος των απεργών που έκλεινε το πέρασμα των βαγονέτων προς τη γέφυρα εκφόρτωσης, έβγαλε το υπηρεσιακό του περίστροφο από τη θήκη και πυροβόλησε στο ψαχνό έναν νεαρό άντρα, μόλις 20 ετών, νιόπαντρο, ονόματι Θεμιστοκλή. Μπροστά στην εν ψυχρώ εκτέλεση το πλήθος πάγωσε, ενώ οι ένστολοι άνοιξαν πυρ ομαδόν σκοτώνοντας άλλους 3 απεργούς. Και τότε αυτές που όρμηξαν καταπάνω στους εκτελεστές ήταν οι γυναίκες και οι μητέρες που είδαν τους άντρες τους και τα αγόρια τους να σωριάζονται αιμόφυρτα. Άρχισαν να πετούν τον ίδιο τον σίδηρο πάνω στους τυφεκιοφόρους σκοτώνοντας και τραυματίζοντας πολλούς από αυτούς, πετώντας τους στη θάλασσα με μάτια θολά από πόνο και μίσος. Κάποιες από αυτές ήταν έγκυες και γέννησαν αργότερα μέσα στη φυλακή. Τη γενικευμένη σφαγή σταμάτησε έγκαιρα ένας παπάς, ο οποίος, κυριολεκτικά με τον σταυρό στο χέρι, στάθηκε ανάμεσα στις δύο πλευρές και σταμάτησε την πλήρη αιματοχυσία. Το πλήθος των μεταλλωρύχων κατέλαβε οπλισμό και κτίρια και, ανεμίζοντας γαλλικές σημαίες, ζήτησε την ένωση του νησιού με την Γαλλία, ο στόλος της οποίας βρισκόταν αγκυροβολημένος εκεί κοντά, προκειμένου να τους προστατέψει από τη μήνη των Αρχών. Ο Γάλλος ναύαρχος φρόντισε να εξομαλύνει την κατάσταση και, παρά το γεγονός ότι πολλοί απεργοί φυλακίστηκαν, η κατάσταση ηρέμησε και τα αιτήματα των μεταλλωρύχων έγιναν εντέλει αποδεκτά, το δικαίωμα στο οκτάωρο κερδήθηκε, η θυσία δεν πήγε χαμένη.
Έναν αιώνα αργότερα, τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών αυτής της ιστορίας μάς κοιτούν κατάματα μέσα από τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες που διασώζουν το ύφος μιας εποχής. Οι άνθρωποι τότε δεν χαμογελούσαν μπροστά στον φωτογραφικό φακό, στέκονταν όρθιοι, οι περισσότεροι σε στάση προσοχής, δεν χάζευαν δεξιά και αριστερά, αλλά κοιτούσαν ίσια μπροστά με ένα βλέμμα σκυθρωπής σοβαρότητας, με μία πόζα βαριά, σχεδόν σαν καθήκον. Μόνη εξαίρεση, μόνη παραφωνία στο φωτογραφικό κάδρο, εκείνος ο μεταλλωρύχος που στηρίζεται χαλαρά στους ώμους των συναδέλφων του και χαμογελά πλατιά με μάτια που λάμπουν. Είναι ο τρελός του χωριού, που αντιμετωπίζει τον κόσμο αυτό σαν παιδί.
[ Αφορμή για το κείμενο αυτό στάθηκε η καλλιτεχνική έκθεση “Σέριφος 1916-2016: Αιώνιες Στοές” που διήρκεσε από τις 30 Ιουλίου έως τις 31 Αυγούστου 2016 για την επέτειο των 100 ετών από την απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου και έλαβε μέρος στον Δημοτικό Ξενώνα Σερίφου. Συμμετείχαν οι καλλιτέχνες: Αναστασία Μικρού, Ζαχαρίας Πολυχρονάκης, Διονύσης Πρωτόγερος, Γιάννης Σελιμιώτης, Paul Grivas, Γιώργος Βαβάτσης, Νατάσσα Καλογεροπούλου, Βασιλική Κυριακή ].
Πηγή:
- Στοές
http://amagi.gr/content/stoes
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου