Η γέννηση του Χριστού παραμένει πια μια επέτειος άγονη και χωρίς αίσθημα. Και η Αθήνα μας, σαν καπνιστό τσουκάλι οινομαγειρείου χωρίς φωτιά και θέρμανση, ζει την αγιότητα των ημερών σκυθρωπά, άχαρα και κουρασμένα. Οι δρόμοι σκοτεινοί, για οικονομία, βέβαια, ηλεκτρισμού, αλλά φαντάζουν απείρως σκοτεινότεροι έτσι καθώς περιέχουν ολοένα και περισσότερο αναίδεια, αναπηρία και ανανδρία.
Η δυστυχία ολοφάνερη στα μάτια των γερόντων, που φεύγουν κάθε μέρα από κοντά μας θλιμμένοι κι απροστάτευτοι, γνωρίζοντας καλά πια πως γεννήσανε λειψούς ανθρώπους και πολύ χιόνι, που ατέλειωτα θα τους σκεπάζει στους αιώνες. Τα κάλαντα, τα δώρα και οι αγιασμοί δεν πείθουνε κανένα ότι προσφέρουνε αγάπη και παράδοση. Μόνο τα πρόσωπα μερικών παιδιών και μερικών γριών που περιφέρονται θλιμμένες είναι ό,τι διαθέτει ο κόσμος μας, για ν” αγαπάς τις μέρες τούτες.
Κι έτσι που ο μύθος των Χριστουγέννων έγινε δίσκος τουρισμού, ζωγραφική σε λαϊκή αγορά, σύνθημα αυτοκόλλητο σε πρακτορείο ΠΡΟ-ΠΟ, βγήκανε για σεργιάνι χιλιάδες αυτοκίνητα, να πουν τα κάλαντα τα εθνικά, τα θρησκευτικά και τα καταναλωτικά. Πόσο μας ξεκουράζει αυτό το ράντισμα πετρελαίου εις τας οδούς, για να στολίσουμε το σπίτι, για να φωτογραφίσουμε το στολισμένο κέντρο της πόλης, ν” αφήσουμε τα δώρα μας στους τροχονόμους αστυνομικούς και, τέλος, να επιστρέψουμε κατάκοποι τη μεσημβρία σπίτι μας, για το απαραίτητο και παραδοσιακό γεύμα παραμονής.
Μάνος Χατζιδάκις, Κυριακή 24 Δεκέμβρη 1978
(αποόσπασμα από το κεφάλαιο «Η γέννηση του Χριστού και οι αμαρτίες των νεαρών μαθητών όταν παραβιάζουν τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας» – Από τα «Σχόλια του Τρίτου», Εκδόσεις Εξάντας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου